Έκθεση "2023 Net Zero Readiness"
Οι σταδιακές αλλαγές που επιτεύχθηκαν μέχρι στιγμής δεν επαρκούν για την κάλυψη των παγκόσμιων φιλοδοξιών για μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα έως το 2050
Οι σταδιακές αλλαγές που επιτεύχθηκαν μέχρι στιγμής δεν επαρκούν για την κάλυψη των...
Οι κυβερνήσεις και η βιομηχανία οφείλουν να πραγματοποιήσουν μετασχηματιστικές αλλαγές για το μηδενικό ισοζύγιο (net zero), αλλά επί του παρόντος βρίσκουν μπροστά τους σημαντικά εμπόδια, όπως το παγκόσμιο δημόσιο χρέος, οι εγχώριες εντάσεις, η αύξηση των αντιθέσεων στα σχέδια απαλλαγής από τον άνθρακα και η ανάγκη προστασίας του ενεργειακού εφοδιασμού, σύμφωνα με την Έκθεση της KPMG “2023 Net Zero Readiness”.
Παρά την σχετική δυναμική και τις συγκεκριμένες επιτυχίες, όπως η αύξηση της παραγωγής ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα από ορισμένους από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ρύπων στον κόσμο, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Βραζιλία, ο Καναδάς και η ΕΕ, η πρόοδος παρεμποδίζεται από τις αντιδράσεις για το κόστος της απαλλαγής από τον άνθρακα και τις συγκρούσεις για τις εγχώριες επιπτώσεις της.
Μετά από συζητήσεις με ειδικούς στην κλιματική αλλαγή σε 24 αγορές και σε 6 οικονομικούς κλάδους, η έκθεση αναδεικνύει όσους βρίσκονται στην πρώτη γραμμή χάρη στην πρόοδό τους προς το μηδενικό ισοζύγιο και εκείνους στους οποίους η διαδικασία συντελείται πιο αργά.
Σε ορισμένες αγορές και κλάδους, ο αντίκτυπος των projects χαμηλών εκπομπών άνθρακα στην άγρια ζωή, τη βιοποικιλότητα και τις τοπικές κοινότητες πυροδοτεί μια αύξηση των «πράσινων» συγκρούσεων, προκαλώντας εντάσεις μεταξύ των έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και του τοπικού περιβάλλοντος.
Σε επίπεδο χώρας, τροχοπέδη για την ουσιαστική πρόοδο αποτελεί η αντίθεση σε μέτρα που θεωρείται ότι επιφέρουν σημαντικό κόστος στην επιβίωση των ανθρώπων.
Σε ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες, η ραγδαία αυξανόμενη ζήτηση για ενέργεια οδηγεί σε επενδύσεις τόσο στην παραγωγή καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα όσο και ορυκτών καυσίμων, που σημαίνει ότι ορισμένες χώρες, όπως η Ινδία, είναι σχεδόν απίθανο να επιτύχουν μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα έως το 2070, ενώ στην Κίνα, η κατανάλωση άνθρακα προβλέπεται να αυξηθεί έως το 2025 .
Η πρόοδος επίσης ποικίλλει ανά τομέα. Παρά τις παγκόσμιες διακυμάνσεις στα επίπεδα υιοθέτησης, η σημαντική αύξηση στις πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων αποτελεί μια παγκόσμια ιστορία επιτυχίας για το πόσο γρήγορα ορισμένοι τομείς μπορούν να απαλλαγούν από τον άνθρακα. Ωστόσο, στους διεθνείς κλάδους της αεροπορίας και της ναυτιλίας, ο ρυθμός της αλλαγής είναι σημαντικά πιο αργός και ο στόχος της επίτευξης του μηδενικού ισοζυγίου έως το 2050 εξαρτάται από σημαντικές αυξήσεις στην παραγωγή Βιώσιμων Αεροπορικών Καυσίμων (SAF), καθώς και από την παροχή κίνητρων από τις κυβερνήσεις.
Ο Mike Hayes, Climate Change and Decarbonization Leader και Global Head of Renewable Energy στην KPMG International, αναφέρει σχετικά «Οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις και η κοινωνία θα πρέπει να συνεχίσουν να αναλαμβάνουν δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Θα πρέπει να αναμένονται περαιτέρω συγκρούσεις μεταξύ των τοπικών κοινοτήτων και των παγκόσμιων συμφερόντων, αλλά εάν θέλουμε πραγματικά να κάνουμε ουσιαστικά βήματα προς ένα μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα, με την ταχύτητα που απαιτείται, διασφαλίζοντας παράλληλα σταθερό ενεργειακό εφοδιασμό, απαιτείται πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια. Αυτό περιλαμβάνει τομείς όπως το ρυθμιστικό περιβάλλον («ραβδί και καρότο ταυτόχρονα»), η τεχνική καινοτομία και η ενημέρωση της κοινωνίας σχετικά με τις μετασχηματιστικές αλλαγές που απαιτούνται στις καταναλωτικές και επενδυτικές μας συμπεριφορές».
Ο Δημήτρης Παπακανέλλου, Partner, Consulting, Head of Strategy, Customer & Operations, KPMG στην Ελλάδα αναφέρει σχετικά «Η Ελλάδα, όντας μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει θέσει ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους μείωσης των εκπομπών CO2 για το 2030 καθώς και μηδενικού αποτυπώματος για το 2050. Το 2022, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει τις συνολικές εκπομπές CO2 κατά 34,1% συγκριτικά με το 2010, ενώ η αντίστοιχη Ευρωπαϊκή (μέση) μείωση ήταν 19,6%. Ο κυρίαρχος τομέας στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην Ελλάδα είναι ιστορικά η παραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας καταλαμβάνοντας περίπου το 50% των συνολικών εκπομπών, είναι όμως ταυτόχρονα και ο τομέας-ηγέτης στις προσπάθειες μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα.
Παρόλο που φαίνεται πως η Ελλάδα είναι στη σωστή τροχιά, χρειάζονται να γίνουν ακόμη μεγάλες προσπάθειες από όλους τους τομείς της οικονομίας. Στον τομέα του ηλεκτρισμού, η κλιματική ουδετερότητα θα επέλθει από την πράσινη παραγωγή ενέργειας μέσω ΑΠΕ, κάτι που όμως απαιτεί τη συνεργασία και συντονισμό με παράλληλες επενδύσεις σε τεχνολογίες αποθήκευσης αλλά και σε διεθνείς ηλεκτρικές διασυνδέσεις. Η μεγαλύτερη διείσδυση των ηλεκτρικών οχημάτων και η χρήση βιοκαυσίμων θα αποτελέσουν τους σημαντικότερους άξονες για τη σταδιακή απανθρακοποίηση των μεταφορών ενώ στα κτίρια η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας είναι ύψιστης σημασίας. Τέλος, στο βιομηχανικό τομέα οι τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCS) φαίνεται πως αποτελούν τον ταχύτερο τρόπο μείωσης του ανθρακικού αποτυπώματος, ιδιαίτερα σε κλάδους όπως τα διυλιστήρια και οι τσιμεντοβιομηχανίες».