Τεχνητή Νοημοσύνη στον Χρηματοοικονομικό Κλάδο: Εργαλείο ή Απειλή;
Άρθρο στο ΟΠΑ News: Του Ιωάννη Καμίτσου, Director, Advisory, KPMG στην Ελλάδα
Άρθρο στο ΟΠΑ News: Του Ιωάννη Καμίτσου, Director, Advisory, KPMG στην Ελλάδα
Η τεχνητή νοημοσύνη (Artificial Intelligence – AI) έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πιο καίρια θέματα συζήτησης στον σύγχρονο χρηματοοικονομικό κόσμο. Από την πρόβλεψη της κίνησης των αγορών μέχρι την αυτοματοποίηση διαδικασιών, το AI υπόσχεται ριζικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί. Όμως, όπως κάθε τεχνολογική εξέλιξη, εγείρει ερωτήματα: πρόκειται για ένα καινοτόμο εργαλείο που ενισχύει τον τομέα ή για έναν αστάθμητο παράγοντα που απειλεί σταθερές δεκαετιών;
Το ΑΙ, σε αντίθεση με την κοινή αντίληψη, δεν είναι κάτι καινούριο. Τα θεμέλια της τεχνητής νοημοσύνης τέθηκαν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 όταν αναπτύχθηκε η πρώτη γλώσσα προγραμματισμού καθώς και σχετικοί αλγόριθμοι που βασίζονται στις ίδιες αρχές με τα σύγχρονα γλωσσικά μοντέλα που στηρίζονται οι σύγχρονες εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης. Είναι γεγονός ότι η διαθεσιμότητα και εύκολη πρόσβαση σε μεγάλους όγκους δεδομένων, καθώς και η ανάπτυξη επεξεργαστών πολύ υψηλής υπολογιστικής ισχύος έφερε τη σύγχρονη επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης, οδηγώντας σε πολλές εφαρμογές και λύσεις που είναι διαθέσιμες στον οποιοδήποτε έχει πρόσβαση σε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή ή ένα κινητό τηλέφωνο.
Οι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης στον χρηματοοικονομικό κλάδο είναι ήδη ευρείες και εντυπωσιακές. Τράπεζες και επενδυτικοί οργανισμοί χρησιμοποιούν αλγόριθμους και εργαλεία τεχνητής για την επεξεργασία τεράστιων όγκων δεδομένων, με στόχο την ανάλυση και διαχείριση κινδύνων (risk management), την πιστωτική αξιολόγηση (credit scoring) μέσω ανάλυσης δεδομένων για την εκτίμηση της φερεγγυότητας πελατών, τις αλγοριθμικές επενδύσεις (algorithmic trading) μέσω αυτοματοποίησης στρατηγικών επενδύσεων αναλύοντας δεδομένα αγοράς που αλλάζουν με μεγάλη συχνότητα, την πρόβλεψη αποδόσεων, τη συμμόρφωση με το κανονιστικό πλαίσιο μέσω της αυτοματοποίησης της παρακολούθησης των κανονιστικών αλλαγών (RegTech) καθώς και την εξατομίκευση υπηρεσιών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι αυτοματοποιημένοι σύμβουλοι (robo-advisors) που προτείνουν επενδυτικές στρατηγικές βασισμένες σε αλγόριθμους και εξατομικευμένα δεδομένα χρηστών.
Επιπλέον, αλγόριθμοι και εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης επιτρέπουν σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να ανιχνεύουν με μεγαλύτερη ακρίβεια περιπτώσεις οικονομικής απάτης, εντοπίζοντας ασυνήθιστες συναλλαγές σε πραγματικό χρόνο, προστατεύοντας έτσι πελάτες και κεφάλαια. Παράλληλα, chatbots βασισμένα σε φυσική γλώσσα προσφέρουν υποστήριξη 24/7, μειώνοντας τα λειτουργικά κόστη και βελτιώνοντας την εμπειρία του πελάτη.
Παρά τις δυνατότητές της, οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης εγείρουν ανησυχίες όταν δεν χρησιμοποιούνται δομημένα μέσα σε ένα σωστό πλαίσιο διακυβέρνησης. Για παράδειγμα, πολλά μοντέλα μηχανικής μάθησης, όπως τα νευρωνικά δίκτυα, λειτουργούν με τρόπο που δεν είναι εύκολα κατανοητός από ανθρώπους. Αυτό δημιουργεί προβλήματα διαφάνειας και ερμηνευσιμότητας, ειδικά σε κρίσιμες λειτουργίες όπως η έγκριση δανείων ή η διαχείριση κινδύνου. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης είναι εύκολο να οδηγήσουν σε προκαταλήψεις και μεροληψία, ειδικά αν εκπαιδεύονται πάνω σε μεγάλες ποσότητες ιστορικών δεδομένων που χαρακτηρίζονται από οικονομικές ή κοινωνικές προκαταλήψεις. Ταυτόχρονα, η όλο και περισσότερη εξάρτηση από AI συστήματα αυξάνει τον κίνδυνο κυβερνοεπιθέσεων, δεδομένου ότι αν ένα μοντέλο χειραγωγηθεί ή εκπαιδευτεί με παραπλανητικά δεδομένα μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες αποφάσεις με σοβαρές συνέπειες. Τέλος, ένα ανεπαρκώς επιτηρούμενο AI μοντέλο μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες προβλέψεις, κακή διαχείριση κεφαλαίων ή ακατάλληλες επενδυτικές στρατηγικές. Ακόμα και μικρά σφάλματα στα δεδομένα μπορεί να έχουν μεγάλες επιπτώσεις λόγω της ταχύτητας και αυτονομίας των συστημάτων.
Συμπερασματικά, η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι ούτε πανάκεια ούτε απειλή από μόνη της. Τα οφέλη ή οι κίνδυνοι που επιφέρει εξαρτώνται από τον τρόπο χρήσης της, από το πλαίσιο διακυβέρνησής της, και γενικότερα από το πώς εντάσσεται σε ένα οργανισμό, ποιος τη διαχειρίζεται και με τι σκοπούς. Το ανθρώπινο στοιχείο παραμένει απαραίτητο, όχι μόνο για την τελική λήψη αποφάσεων, αλλά και για την ηθική εποπτεία της τεχνολογίας. Για παράδειγμα, το επάγγελμα του χρηματοοικονομικού αναλυτή δε χάνεται, αλλά μετασχηματίζεται. Η χρήση AI μπορεί να αναλάβει τα πιο "μηχανικά" μέρη της δουλειάς, επιτρέποντας στους επαγγελματίες να επικεντρωθούν στη στρατηγική σκέψη, στην ερμηνεία των δεδομένων και στην επικοινωνία με τον πελάτη.
Είναι δεδομένο ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να ενισχύσει την αποδοτικότητα και την καινοτομία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά η ενσωμάτωσή της πρέπει να γίνεται με στρατηγική προσέγγιση διαχείρισης ρίσκου. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που θα καταφέρουν να αναπτύξουν επεξηγήσιμα μοντέλα και που θα χρησιμοποιήσουν την τεχνητή νοημοσύνη με διαφάνεια, αξιοπιστία, ασφάλεια, ηθική και στρατηγικό όραμα, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την κανονιστική συμμόρφωση θα έχουν σημαντικό πλεονέκτημα έναντι του ανταγωνισμού.