Ενιαίοι Απολογισμοί Βιώσιμης Ανάπτυξης και η ένταξη ESG κριτηρίων: Τι επιφυλάσσει το μέλλον
Άρθρο στο Fortune: της Λίνας Μαγγίνα, Manager, Consulting
Άρθρο στο Fortune: της Λίνας Μαγγίνα, Manager, Consulting
Τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες διαπιστώνουμε ότι ο αριθμός των εταιρειών που κάνουν αναφορά σε στοιχεία για την Βιώσιμη Ανάπτυξη έχει αυξηθεί δραματικά. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στους νέους νόμους και κανονισμούς που επιβάλλονται τόσο στην Ε.Ε. όσο και σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά και στην αυξανόμενη κατανόηση του χρηματοπιστωτικού τομέα ότι τα θέματα που άπτονται του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και της διακυβέρνησης (Environment, Social, Governance - ESG), αποτελούν σημαντικό κομμάτι της καθημερινής τους λειτουργίας, καθώς επηρεάζουν την οικονομική απόδοση και την εταιρική αξία μιας επιχείρησης.
Πηγαίνοντας από την Εταιρική Υπευθυνότητα στην Βιώσιμη Ανάπτυξη και παράλληλα στο τρίπτυχο Περιβάλλον – Κοινωνία – Διακυβέρνηση (ESG), oι προσεγγίσεις γίνονται όλο και πιο πολύπλοκες και δυναμικές, απαιτώντας βαθιά επαγγελματική γνώση και συγκεκριμένη τεχνογνωσία, οι οποίες πρέπει να υποστηρίζονται από ισχυρή στρατηγική βιωσιμότητας και διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων.
Έρευνα της KPMG καταδεικνύει ότι το παγκόσμιο ποσοστό αναφοράς αειφορίας (N100) αυξήθηκε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες από την τελευταία έρευνά της (2017), φτάνοντας σε ποσοστό 80%, ενώ όλο και περισσότερες εταιρείες προχωρούν στην κατάρτιση Ενιαίων Απολογισμών, συνδυάζοντας τόσο οικονομικά όσο και μη χρηματοοικονομικά δεδομένα σε μια ενιαία ετήσια έκθεση. Πέρα από τις αλλαγές στο κανονιστικό πλαίσιο (NDFR, SFDR, κ.α), οι επενδυτές και οι εταιρείες παροχής κεφαλαίων έχουν αυξανόμενες προσδοκίες από τις εταιρείες όσον αφορά στη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση και τις επιδόσεις τους σε επίπεδο περιβαλλοντικών, κοινωνικών αλλά και θεμάτων διακυβέρνησης.
Υπάρχει προσδοκία για αυξημένη διαφάνεια στην καταγραφή τόσο των χρηματοοικονομικών όσο και των μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών, προκειμένου να είναι κατανοητή από το κοινό η μακροπρόθεσμη δημιουργία αξίας, αλλά και η λήψη αποφάσεων χρηματοδότησης, λαμβάνοντας πλέον υπόψη και μη χρηματοοικονομικά κριτήρια.
Πως διαμορφώνεται επομένως το μέλλον αυτού που ονομάζουμε σήμερα Απολογισμό ή Έκθεση Βιώσιμης Ανάπτυξης; Είτε αυτός είναι ενιαίος, είτε όχι - σε αρκετές χώρες η καταγραφή των στοιχείων αειφορίας παραμένει μια μορφή εθελοντικής δημοσίευσης - οι εταιρείες προχωρούν ολοένα και περισσότερο στη δημοσίευση τέτοιων πληροφοριών, αναγνωρίζοντας την σημασία της διαφάνειας για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τους (μετόχους, πελάτες, ευρύτερη κοινωνία), επιτρέποντάς τους την συστηματική επικοινωνία θεμάτων Βιώσιμης Ανάπτυξης εντός και εκτός εταιρείας.
Τέλος η πρόσφατη έρευνα της KPMG «CEO Outlouk», που αφορά στις απόψεις των Διευθύνοντων Συμβούλων παγκοσμίως αλλά και στην χώρα μας, σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν λόγω της πανδημίας και τις προοπτικές τους για οικονομική ανάκαμψη, κάνει σαφές ότι οι παγκόσμιες επιχειρήσεις, καθώς δέχονται αυξανόμενη πίεση για να επανέλθουν καλύτερες, προετοιμάζονται ενεργά να αυξήσουν τις επενδύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και της διακυβέρνησης (ESG), παραμένοντας αφοσιωμένες στον σκοπό τους.
Έχει γίνει πλέον κατανοητό στον επιχειρηματικό κόσμο ότι η αναφορά των Μη Χρηματοοικονομικών Επιδόσεων των επιχειρήσεων είναι καθοριστικής σημασίας για την ένταξή τους σε επενδυτικά χαρτοφυλάκια. Οι νέοι κανονισμοί όπως η ταξινομία, η συμφωνία για το νέο Κλιματικό Νόμο, o Κανονισμός περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, κ.α, διαμορφώνουν το νέο τοπίο, ωθώντας τις επιχειρήσεις να λάβουν αποφάσεις σε επίπεδο διοίκησης για τον τρόπο λειτουργίας τους, ενσωματώνοντας ESG κριτήρια.
Η ορθή εταιρική διακυβέρνηση, η τήρηση ανθρωπίνων και εργασιακών δικαιωμάτων, οι σχέσεις με τις τοπικές κοινωνίες, οι περιβαλλοντικά υπεύθυνες πρακτικές, αποτελούν μέρος των Μη Χρηματοοικονομικών Επιδόσεων, καθιστώντας την κατάρτιση Απολογισμών και Ενιαίων Εκθέσεων Βιώσιμης Ανάπτυξής ανάγκη και όχι μια απλή καταγραφή δράσεων κοινωνικού χαρακτήρα. Ο Covid -19 δημιούργησε τεράστιες προκλήσεις για την οικονομία και την κοινωνία, αλλά σχεδόν δυο χρόνια μετά δίνει και μια μοναδική ευκαιρία στις επιχειρήσεις να κάνουν «επανεκκίνηση», μέσω της Βιώσιμης Ανάπτυξης, αναφέροντας την πρόοδό τους αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν με διαφάνεια και αξιοπιστία.