«Ελλάδα και Παγκόσμια Οικονομία: Νέες Ισορροπίες, Νέες Ευκαιρίες»
Άρθρο στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο»: Του Δημήτρη Λαμπρόπουλου, Partner, Deal Advisory, KPMG στην Ελλάδα
Άρθρο στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο»: Του Δημήτρη Λαμπρόπουλου, Partner, Deal Advisory, KPMG
Το 2025 σηματοδoτεί ένα σημείο καμπής για την παγκόσμια και την ελληνική οικονομία, καθώς το μακροοικονομικό και επενδυτικό σκηνικό διαμορφώνεται μέσα από μια σειρά γεωπολιτικών εντάσεων, δημοσιονομικών και νομισματικών παρεμβάσεων και τεχνολογικών ανακατατάξεων.
Σε διεθνές επίπεδο, οι προκλήσεις παραμένουν έντονες. Η σταδιακή επιβράδυνση των μεγάλων οικονομιών, η επαναδιαπραγμάτευση εμπορικών συμφωνιών (μέσω της πίεσης εφαρμογής αυξημένων δασμών) μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ, Κίνας αλλά και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, διαμορφώνουν ένα περιβάλλον αυξημένου κινδύνου.
Οι ανεπτυγμένες οικονομίες, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο υψηλού πληθωρισμού και επιθετικής νομισματικής σύσφιξης, εισέρχονται σε φάση καθόδου των επιτοκίων από τις Κεντρικές τράπεζες και οικονομικής επιβράδυνσης. Η Ευρωζώνη καταγράφει υποτονικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με τη Γερμανία και τη Γαλλία να παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαμηλή εγχώρια ζήτηση, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες οι δείκτες καταναλωτικής εμπιστοσύνης και αγοράς εργασίας εμφανίζουν κόπωση, παρότι η τεχνολογική καινοτομία διατηρεί θετική δυναμική. Οι αποδόσεις των ομολόγων στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ήδη σε άνοδο, ως απάντηση στους φόβους για συσσώρευση του ομοσπονδιακού χρέους και υψηλότερο πληθωρισμό.
Η Κίνα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα δομικά προβλήματα στον κατασκευαστικό και τραπεζικό τομέα, ενισχύοντας τις δημόσιες επενδύσεις και τα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης. Ωστόσο, η μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο, καταναλωτικό και καινοτόμο μοντέλο ανάπτυξης παραμένει ατελής. Οι αναδυόμενες αγορές, από τη Λατινική Αμερική έως την Αφρική, βρίσκονται αντιμέτωπες με το υψηλό κόστος δανεισμού, την αποδυνάμωση των νομισμάτων τους και τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής.
Η KPMG International προβλέπει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα σημειώσει μικρή αύξηση της τάξης του 3,2% το 2025, προτού οι πολιτικές της νεοεκλεγμένης κυβέρνησης των ΗΠΑ περιορίσουν το παγκόσμιο ΑΕΠ στο 3,0% το 2026. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της KPMG, οι πληθωριστικές τάσεις θα συνεχίσουν να υποχωρούν έως τα μέσα του 2025. Από εκεί και πέρα, η κατάσταση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ταχύτητα επιβολής και το ύψος των δασμών και από το αν θα δούμε να ξεσπά ένας γενικευμένος εμπορικός πόλεμος.
Παρά τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα διεθνώς, η Ελλάδα παρουσιάζει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα προσελκύοντας αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον. Η ελληνική οικονομία διατηρεί ισχυρή αναπτυξιακή τροχιά, με εκτιμώμενο ρυθμό ανάπτυξης 2,3% το 2024, υπερβαίνοντας τις επιδόσεις πολλών οικονομιών της Ευρωζώνης.
Για το 2025, οι δημοσιονομικοί και φορολογικοί στόχοι της Ελλάδας εστιάζουν στη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την περαιτέρω ενίσχυση της φορολογικής δικαιοσύνης και ανταγωνιστικότητας. Η κυβέρνηση προγραμματίζει την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος άνω του 2% του ΑΕΠ, διασφαλίζοντας τη συνεχιζόμενη μείωση του δημόσιου χρέους, με στόχο τη μακροχρόνια θωράκιση της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα, σχεδιάζει στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις για τη μεσαία τάξη και τις επιχειρήσεις που επενδύουν σε πράσινες, ψηφιακές και καινοτόμες δραστηριότητες ενώ παραμένει στρατηγικός στόχος η μείωση της παραοικονομίας μέσω του ψηφιακού μετασχηματισμού της ΑΑΔΕ.
Ο τουριστικός τομέας, παραδοσιακά βασικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας, συνέχισε την ανοδική του πορεία, καταγράφοντας ρεκόρ αφίξεων το 2024, με 40 εκατομμύρια επισκέπτες και έσοδα που άγγιξαν τα 22 δισεκατομμύρια ευρώ με την εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση να είναι κατά 12,8% αυξημένη σε σύγκριση με το 2023, αλλά τη μέση δαπάνη ανά ταξίδι να έχει μειωθεί κατά 7%. Η δυναμική του κλάδου ενισχύεται περαιτέρω από επενδύσεις σε υποδομές και επέκταση της τουριστικής περιόδου, καθιστώντας την Ελλάδα πόλο έλξης για μακροπρόθεσμους επενδυτές.
Παράλληλα, η χώρα πρωτοστατεί στην ενεργειακή μετάβαση. Σημαντικά έργα βρίσκονται σε εξέλιξη για την επέκταση της παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, με στόχο τη μετάβαση από τα 9 GW του 2020 στα 28 GW την επόμενη δεκαετία. Ήδη, το α’ εξάμηνο του 2024, το 58% του ενεργειακού μείγματος προερχόταν από ΑΠΕ, ενώ η επέκταση της αποθήκευσης LNG και η αναβάθμιση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων αναμένεται να ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο αμυντικός τομέας. Η Ελλάδα προχωρά σε πολυεπίπεδη αναβάθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων, με προϋπολογισμό που ξεπερνά τα 25 δισεκατομμύρια ευρώ στη δεκαετία. Η έμφαση δίνεται στις τεχνολογίες αιχμής: συστήματα αντι-drone, εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης για αμυντική χρήση, ανάπτυξη αυτόνομων UAV και ασφαλείς δορυφορικές επικοινωνίες. Η χώρα σκοπεύει να εκμεταλλευτεί τη ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες και να συμμετέχει ενεργά σε ευρωπαϊκά προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας, με ελληνικές εταιρείες να διεκδικούν μερίδιο σε αμυντικές προμήθειες συνολικού προϋπολογισμού άνω των 800 δις. ευρώ.
Η ψηφιακή μεταρρύθμιση αποτελεί ένα ακόμα βασικό πεδίο προόδου. Η Ελλάδα καταγράφει σταθερή πρόοδο στον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημοσίου και της οικονομίας, με επιδόσεις στον τομέα των ηλεκτρονικών υπηρεσιών που ξεπερνούν τον μέσο όρο της ΕΕ. Παράλληλα, το επιχειρηματικό οικοσύστημα στις τεχνολογίες αιχμής και στις εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης αναπτύσσεται ταχέως, αν και οι ελληνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να υστερούν σε ποσοστά υιοθέτησης AI σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα νέα επενδυτικά εργαλεία και τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα δημιουργούν πλέον ισχυρό θεμέλιο για περαιτέρω τεχνολογική πρόοδο και εξωστρέφεια.
Η επόμενη διετία αναμένεται να κριθεί καθοριστική. Η αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων, η συνετή και συνεπής δημοσιονομική και φορολογική πολιτική, η διαμόρφωση ενός ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος και η επιτάχυνση της ανάπτυξης και υιοθέτησης τεχνολογικών καινοτομιών θα καθορίσουν αν η Ελλάδα θα μπορέσει να μετασχηματίσει τη σημερινή δυναμική σε μακροχρόνια βιώσιμη ανάπτυξη. Η πρόκληση πλέον δεν είναι μόνο η διατήρηση της σταθερότητας, αλλά και η στρατηγική αξιοποίηση των ευκαιριών που ανοίγονται σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον.